ἔχθιστος

ἔχθιστος
ἔχθ-ιστος, η, ον, [comp] Sup. of ἐχθρός,
A most hateful,

Ἀχιλῆϊ Il.2.220

;

ἔ. δέ μοί ἐσσι θεῶν 5.890

, etc.;

τὸν θεοῖς ἔ. θεόν A.Pr.37

;

ἔ. ὁρᾶν S.Aj.818

;

ἔ. γεγώς E.Med.467

.
2 most hostile,

τῶν ἡμῖν ἐχθίστων Th.2.71

;

ὡς δὲ ἐχθροὶ καὶ ἔ., πάντες ἴστε Id.7.68

: c. gen., οἱ ἐκείνου ἔ. his bitterest enemies, X.An.3.2.5: Luc. has also

ἐχθίστατος Trag.246

.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ἔχθιστος — most hateful masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έχθιστος — η, ο (ΑΜ ἔχθιστος, ίστη, ον και παράλλ. τ. ἐχθίστατος, άτη, ον) ο μισητός σε πολύ μεγάλο βαθμό, μισητότατος (α. «ἔχθιστος δ Ἀχιλῆϊ», Ομ. Ιλ. β. «μιαροὶ καὶ θεοῑς ἐχθίστατοι», Λουκιαν.) αρχ. ο εχθρικότατα διακείμενος («ὡς δὲ ἐχθροὶ καὶ ἔχθιστοι,… …   Dictionary of Greek

  • ἐχθίστω — ἔχθιστος most hateful masc/neut nom/voc/acc dual ἔχθιστος most hateful masc/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστων — ἔχθιστος most hateful fem gen pl ἔχθιστος most hateful masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστως — ἔχθιστος most hateful adverbial ἔχθιστος most hateful masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἔχθιστον — ἔχθιστος most hateful masc acc sg ἔχθιστος most hateful neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίσταις — ἔχθιστος most hateful fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστη — ἔχθιστος most hateful fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστην — ἔχθιστος most hateful fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστης — ἔχθιστος most hateful fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐχθίστοιο — ἔχθιστος most hateful masc/neut gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”